Monday, January 4, 2021

Χρήστος Χρηστοβασίλης (1862-1937): "Ο Γυναικάντρας" [Περιοδικό Μπουκέτο 75 1925]

 


Στο θεσσαλικό χωριό Βρόστιανη ζούσε μέχρι του 1895 το περιεργότερο λείψανο της Ελληνικής Επαναστάσεως: Μαρία ήτο τ’ όνομά της και είχε γεννηθεί το 1815 στην επαρχία της Καρδίτσης, στον Δήμο Γόμφων από γονείς τσοπάνηδες. Η Μαρία ήτο το 7ον και τελευταίο κορίτσι του πατέρα της, ο οποίος στενοχωριότανε και καταριότανε την τύχη που δεν απέχτησε αρσενικό παιδί «να βόσκει τα πράματα, να κάνει χωράφι, να ρίχνει το λιθάρι κ.λπ.».

Μα ωστόσο η Μαρία μεγάλωνε και γινότανε όμορφη και δυνατή. Ήταν 16 χρονών, όταν μια νύχτα χειμωνιάτικη έπεσε λύκος φοβερός στο κοπάδι του πατέρα της, που ήταν αφημένο έρημο στο μαντρί, γιατί αρσενικό παιδί να το φυλάξει δεν υπήρχε. Πρώτος έμαθε τη συμφορά ο πατέρας της Μαρίας και άρχισε να κλαίει και να καταριέται τη Μοίρα του.

— Αχ, αν είχα ένα αρσενικό, δεν θα τα πάθαινα ταύτα ο έρμος!

Η Μαρία θέλησε να τον παρηγορήσει.    

— Σώπα, πατερούλη μου κι ούλα θα φτιάξουνε... θα δεις...

Γδύνεται τα φουστάνια της η Μαρία, φορεί αντρίκεια ρούχα —μια παλιά φορεσιά τού γέρου της,— βάζει το σελάχι του, τ’ άρματά του, το φέσι του στραβά τσακισμένο, και βγαίνοντας μπροστά στον γέρο, που καθότανε σε μια πέτρα με κατεβασμένο το κεφάλι, του λέει με προσποιητή αντρίκεια φωνή.    

— Μην κλαις, αφέντη μου, τώρα έγινα άντρας! Θα φυλάου τα γίδια και τα πρόβατα, θα κάνου χουράφ’, θα πααίνου στα Τρίκαλα να ψουνίζου, θα φυλάου τ’ αμπέλ’ και θα πιάνου ό,τι αντρίσια δουλειά...

Ύστερα από τα λόγια αυτά, βγήκε να μαζέψει τα σκορπισμένα από τον λύκο γιδοπρόβατα, ενώ ο πατέρας της έτριβε τα μάτια του, μη μπορώντας να πιστέψει πως η Μαρία του γίνεται «αρσενικό παιδί».